Πενήντα χρόνια ζωντανής παρουσίας. Τέσσερις λέξεις που προσπαθούν να αγκαλιάσουν μέσα τους όσα θέλει να πει όλο το βιβλίο. Τέσσερις λέξεις που θέλουν να δώσουν ένα στίγμα, να δηλώσουν μια ταυτότητα, να συμπυκνώσουν μια ιστορία, αλλά παράλληλα να μεταδώσουν και το μήνυμα για μια υπόσχεση προοπτικής. Διότι το παρελθόν από μόνο του παραμένει είδος μουσειακό, άψυχο και νεκρό, που μόνο τη μνήμη συντηρεί. Αντίθετα, συνδεδεμένο με το μέλλον ορίζει τη συνέχεια και αποτελεί οδηγό, θέτει το στόχο και προδιαγράφει την εξέλιξη.
Και γιατί να ήρθε άραγε τώρα η ώρα γι’ αυτή την καταγραφή, γι’ αυτή τη δήλωση ζωής και προοπτικής. Ποια μπορεί να είναι εκείνη η δύναμη της θέλησης που υπαγορεύει τη συγγραφή αυτού του λευκώματος. Απλή εσωτερική παρόρμηση ή προδιαγεγραμμένος σκοπός;
Τίποτα από μόνο του ή όλα αυτά μαζί. Πενήντα χρόνια ίσως να μην είναι δα και τόσα πολλά ώστε να δικαιολογούν μια τέτοια καταγραφή. Όμως πενήντα χρόνια είναι αρκετά για να αρχίσει να χάνεται ό,τι μέχρι τώρα παρέμενε ζωντανό. Είναι το όριο που ορίζει έναν κύκλο ζωής, είναι το όριο πέρα από το οποίο μια γενιά δύσκολα συναντά την επόμενή της. Και μετά σιγά-σιγά, μέρα με τη μέρα, χρόνο με το χρόνο όλα αρχίζουν να χάνονται. Χάνονται τα γεγονότα, χάνονται οι μνήμες που τα συντηρούν, χάνεται η ίδια η ιστορία τους. Και ό,τι δεν έχει ιστορία, δεν έχει παρελθόν. Έτσι, το ιωβηλαίο δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από μια καλή αφορμή.
Μικρό ιστορικό λεύκωμα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί τούτο το βιβλίο, ένα σύντομο εγχειρίδιο ζωής, που συγκεντρώνει, καταγράφει και παρουσιάζει μια σειρά από καταστάσεις και γεγονότα, από πρόσωπα και πράγματα, από δράσεις και αντιδράσεις, που όλα αυτά μαζί τυχαίνει να έχουν κάτι τι κοινό, τη συνύπαρξή τους στον ίδιο τόπο και στον ίδιο χρόνο, με τα ίδια βιώματα και τις ίδιες αναφορές. Παράλληλες πορείες που συνδέθηκαν μεταξύ τους με σχέση σταθερή, σχέση ζωής και προσμονής, που κάθε στιγμή της σαν έφευγε από το παρών μεταπηδούσε αμετάκλητα στο παρελθόν και γινόταν στοιχείο ανεξίτηλο και παντοτινό, έτοιμο πάντα να θυμίσει γεγονότα, να στηρίξει συνειρμούς και να αναπλάσει παραστάσεις. Σελίδες χαρτιού που γέμισαν με λέξεις και εικόνες, που αποτύπωσαν τις μνήμες και δεν τις άφησαν να ξεθωριάσουν μα τις κράτησαν ζωντανές στο πέρασμα του χρόνου.
(Απόσπασμα από το Αφιέρωμα στα 50 χρόνια της Πολυτεχνικής Σχολής)